Η Ναταλία Καποδίστρια για τον "Κανόνα της ορθής γωνίας"
Ομιλία της ηθοποιού κας Ναταλίας Καποδίστρια
στο πλαίσιο της παρουσίασης του βιβλίου
στην 18η Έκθεση Βιβλίου στις Σινιές
Καλησπέρα
κυρίες και κύριοι.
Ευχαριστώ θερμά τον Νίκο Παργινό για την τιμή που
μου έκανε όταν πριν - θα είναι δυο
μήνες τώρα - μου ζήτησε να συμμετέχω στην αποψινή εκδήλωση παρουσίασης του
βιβλίου του: «Ο κανόνας της ορθής γωνίας».
Συμπέρανα πως θα ήθελε να διαβάσω κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο του - κάτι
που συχνά μου ζητείται - λόγω της ιδιότητάς μου του ηθοποιού. Όταν όμως
αντιλήφθηκα πως θα ήθελε να μιλήσω για το βιβλίο, σκέφτηκα – καθώς δεν είμαι
ούτε λογοτέχνης, ούτε κριτικός ούτε ιστορικός... - σκέφτηκα να μιλήσω όπως θα
μιλούσα σ’ έναν φίλο αν με ρωτούσε πως μου φάνηκε. Πως ένοιωσα και τι αποκόμισα
από το ταξίδι μου μέσα από αυτές τις 500 περίπου σελίδες, της εξαιρετικής αυτής
έκδοσης. Ήταν ωραιότατο το ταξίδι λοιπόν αυτό. Πλούσιο σε ακέρια συναισθήματα.
Δάκρυσα και αναστέναξα πολλές φορές. Είδα μπροστά στα μάτια μου τοπία, βουνά
και θάλασσες, άκουσα ψιθύρους και φωνές αληθινές: σε εξοχές, πεδία μαχών και
πίσω από κλειστές πόρτες... γεγονότων που άλλα τα γνώριζα και άλλα όχι.
Αισθάνθηκα, έμαθα και σκέφτηκα. Συνδύασα παρελθόν και παρόν και
επαναπροσδιόρισα σκέψεις και
κατευθύνσεις δράσης. Νομίζω, πως όλα αυτά είναι ό,τι πολυτιμότερο και
αξιολογότερο θα είχε να σου προσφέρει το διάβασμα ενός ιστορικού
μυθιστορήματος.
Καθώς ανέφερα προηγουμένως, δεν είμαι ιστορικός,
κριτικός ή λογοτέχνης. Τα τελευταία χρόνια εδώ στη πατρίδα μου την Κέρκυρα όπου
ζω, εργάζομαι ως διδασκάλισσα της υποκριτικής σε ερασιτέχνες της θεατρικής τέχνης. Ο κύριος όγκος των
μαθητών μου είναι παιδιά, εκεί κοντά στην αποφοίτησή τους από το Λύκειο και στα
πρώτα χρόνια των σπουδών τους. Το μάθημα συχνά με έχει κάνει να αναφερθώ, όταν
μελετώντας έναν Ελύτη, ένα Καβάφη ή έναν Ευριπίδη ξανά σου έρχεται αυθόρμητα να
μιλήσεις για την γλώσσα και την ιστορία του τόπου μας, αρθρώνοντας το
γνωστό: «Λαός που δεν έχει μελετήσει την ιστορία του, είναι υποχρεωμένος να την
ξαναζήσει.». Καθώς δε, ο γραπτός μας λόγος έχει χάσει – επιτρέψτε μου,
εντέχνως και στοχευόμενα, τα γράδα του: τις κάθετες που βυθομετρούν το γένος
μας και τις οριζόντιες που καταδεικνύουν την δυνάμει εμβέλεια μας ως είδος
ανθρώπου... γράφουμε greenglish και μιλάμε κάτι ανάλογο, κατά συνέπεια... φοβόμαστε να
επιστρέψουμε και από πού να το πιάναμε... να μάθουμε για την ιστορία μας και
τον τόπο μας.
«Ο κανόνας της
ορθής γωνίας» με γεμίζει ελπίδα και συγκίνηση βαθιά... πως για εκείνους
τους νέους αλλά και τους μεγαλύτερους που δεν πρόλαβαν ακόμα να μελετήσουν
σχετικά με τη γέννηση του νεότερου ελληνικού κράτους... υπάρχει τρόπος και
ελπίδα: αυτές οι 500 σελίδες του κανόνα
της ορθής γωνίας. «Ο κανόνας της ορθής γωνίας» – κατά την κρίση μου - μπορεί άνετα να
συμπεριληφθεί στην λίστα εκείνη των πονημάτων, που δείχνουν τη σωστή κατεύθυνση
στον λαό μας, κρούουν τον κώδωνα και φωτίζουν τον δρόμο τον ορθό.
Η ιστορία ξεδιπλώνεται για τον αναγνώστη μέσα από τα
μάτια του Antonio-Θαλή, ο όποιος ακολουθεί τον δάσκαλό και ήρωά του –
που είναι και ο ήρωας του βιβλίου- Σταμάτη Βούλγαρη. Μέσα από τις διηγήσεις του
ίδιου του Σταμάτη, που συχνά είναι σπαραχτικές εξομολογήσεις στον νεαρό Θαλή,
μαθαίνουμε για τη ζωή του πριν τη γνωριμία τους. Πως έφυγε, εφτάχρονο αγόρι,
από την Λευκίμμη όπου γεννήθηκε και έζησε ως τότε, για να πάει στη πόλη της
Κέρκυρας, εσώκλειστος στην σχολή των Φραγκισκανών μοναχών Αγία Ιουστίνη. Εκεί
θα γνωρίσει τον συνομήλικο του Ιωάννη – που είναι ο άλλος ήρωας του βιβλίου -
θα γίνουν φίλοι και μαζί θα αρχίσουν να σχεδιάζουν τα ταξίδια τους και να
ονειρεύονται τον κόσμο όπως τον οραματίζονται.
Σαράντα τρία χρόνια αργότερα – Γενάρης του 1827 - πάνω στο Αγγλικό
πολεμικό Warspite που μεταφέρει τον πρώτο Κυβερνήτη στην Ελλάδα, δυο
γκριζομάλληδες άντρες, καταμεσής στο Ιόνιο, ατενίζουν το απέραντο γαλάζιο με
την ίδια συγκίνηση δυο εφτάχρονων αγοριών που οραματίζονταν έναν καινούργιο
κόσμο.
Ανάμεσα στις δύο σκηνές που διάλεξα να σας διαβάσω,
υπάρχει μισός αιώνας ευρωπαϊκής ιστορίας. Πενήντα χρόνια από τα πλέον ταραγμένα
και καθοριστικά για το μέλλον της γηραιάς ηπείρου. Ο συγγραφέας παρακολουθεί
τους δύο ήρωές του να δίνουν ο καθένας τον δικό του αγώνα σε τελείως ανόμοια
πεδία. Επαναστάτης στρατιώτης ο Σταμάτης, αλλά και σπουδαστής καλών τεχνών και
ελεύθερος ακροατής στην αρχιτεκτονική σχολή του πολυτεχνείου στο Παρίσι.
Γιατρός ο Ιωάννης, στην υπηρεσία των
φτωχών στην Κέρκυρα κι’ ύστερα διπλωμάτης να κινείται με μοναδική επιτυχία στην
πολιτική σκακιέρα της εμπόλεμης Ευρώπης ως Υπουργός των Εξωτερικών της Ρωσίας.
Μέσα από τα μάτια του Θαλή, κυριολεκτικά αλωνίζουμε την Ευρώπη. Βρισκόμαστε
πότε στο Παρίσι, πότε στη Βιέννη ή την Αγία Πετρούπολη, στη μάχη του Βατερλό,
σε διάφορες Ιταλικές πόλεις στην Νότιο Αμερική! Και παράλληλα ζούμε τις δίδυμες
σπαραχτικές ιστορίες αγάπης που στοιχειώνουν τις ζωές τους: Φωτεινή και Ρωξάνδρα, θα θυσιαστούν
οικειοθελώς στο βωμό του κοινού οράματος των αγαπημένων τους. Γιατί μέσα από
τις διαφορετικές διαδρομές οι δυο τους παραμένουν πιστοί στον αγώνα για την
λευτεριά της πατρίδας. Αλληλογραφούν και σπάνια υπάρχουν φορές που
συναντιούνται όταν οι υποχρεώσεις τους τυγχάνει να τους φέρουν στην ίδια πόλη.
Παρίσι 1824, ο Ιωάννης επισκέπτεται το Σταμάτη στο
σπίτι του όπου αναρρώνει από τα τραύματα του μετά την εκστρατεία στην Ισπανία,
Συζητούν για την κατάσταση στην Ευρώπη και τις πολιτικές εξελίξεις αλλά κυρίως
για το αβέβαιο μέλλον της Ελληνικής Επανάστασης. Οι ξένες δυνάμεις φαίνονται
απρόθυμες να συμπαρασταθούν και οι ανταγωνισμοί των ντόπιων οπλαρχηγών και
φατριών δίνουν ευκαιρίες στους Τούρκους να ανακτήσουν εδάφη που με τόσο κόπο
είχαν κερδιθεί τα προηγούμενα 2 χρόνια.
Σαν παιδιά είχαν κάνει τα ίδια όνειρα, σαν έφηβοι τους
έκαιγε η ίδια δίψα για γνώση. Είχαν την ίδια καθάρια συνείδηση και πίστη στον
Άνθρωπο, η οποία εκπορευόταν από μια βαθύτερη πίστη στο Θεό. Και ενώ αξιώθηκαν
δάφνες και τιμές, διακρίσεις και μετάλλια, παρέμειναν ταπεινοί εργάτες στην
υπηρεσία της πατρίδας, χωρίς να προσβλέπουν στο κέρδος ή τα προσωπικά οφέλη.
Σχεδιάζοντας και χτίζοντας πόλεις, χαράζοντας το μέλλον της πολύπαθης πατρίδας
τους, έζησαν, δούλεψαν, λαβώθηκαν γι’ αυτό που πίστεψαν... κι έτσι πορεύτηκαν
ως τον θάνατο. Ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 στο Ναύπλιο. Ο
κύριος Παργινός στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, μας υπενθυμίζει
(πληροφορώντας και όσους δεν το γνωρίζουν):
«έχουν περάσει 183 χρόνια από την δολοφονία του Κυβερνήτη Ιωάννη
Καποδίστρια. Οι Βρετανικές αρχές συνεχίζουν να θεωρούν τον φάκελο της υπόθεσης
άκρως απόρρητο μη επιτρέποντας τη πρόσβαση σ’ αυτόν.» Καθένας μπορεί να
υποθέσει το γιατί, να οργιστεί να πικραθεί να βλαστημήσει... Οι μεγάλες
δυνάμεις «κοιτούν το συμφέρον τους»,
που λέει και ο κόσμος. Και οι μικρές , τάχα όχι;
Στα κατά Τερτσέτη απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη (σελίδα 788), έχουμε
αναφορά στην πρώτη συνάντηση του Ιωάννη Καποδίστρια με τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη
– και μετέπειτα δολοφόνου του -, όταν ο δεύτερος το 1828 μετέβη στην Αίγινα
προκειμένου να μεταφέρει επίσημα τα διαπιστευτήρια της οικογένιάς του, στον
Κυβερνήτη. Στο απόσπασμα, που αποτελεί διήγηση της συνάντησης από αυτήκοο
μάρτυρα, αναφέρετε: «… τον εδέχθη εκείνος
ως πατέρας τον υιό, αλλά του είπε.....
μου εδώσατε τους χαλινούς του κράτους. Τίνος κράτους. Μετρούμε εις τα
δάχτυλα την επικράτειά μας: τ’ Ανάπλι, την Αίγινα, Πόρον, Ύδραν, Κόρινθον,
Μέγαρα, Σαλαμίνα...». Κι αυτά όλα τα μέρη, όπως γνωρίζουμε αποτελούσαν απλά αυτόνομες περιοχές εντός της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας. Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1831 υπογράφεται το 4ο
πρωτόκολλο του Λονδίνου. Ένας τιτάνιος
διπλωματικός αγώνας που είχε ξεκινήσει από το 1828, από μεριάς του Κυβερνήτη,
φέρνει 13 ημέρες πριν την δολοφονία του στο Ναύπλιο, τη συνοριακή γραμμή του
ανεξάρτητου ελληνικού κράτους στο όριο Παγασητικού – Αμβρακικού. Επιτρέψτε μου
να εμπνέομαι έναν αναστεναγμό από τα κατάβαθα της ψυχής του Κυβερνήτη, στα
μέτρα ενός Οιδίποδα επί Κολωνό, όταν η συνοριακή αυτή γραμμή σφράγιζε παράλληλα
το μοιραίο εκείνου του φθινοπωρινού πρωινού στο Ναύπλιο... μόλις 13 ημέρες μετά.
«Η
σκανδαλώδης εύνοια των στασιαστών της Ύδρας και της Μάνης από τους αντιπρέσβεις
της Αγγλίας και της Γαλλίας, καθώς και από
τους ναυάρχους, πείθει και τον πλέον δύσπιστο για την υπονόμευση του Κυβερνήτη
που θα πλήρωνε με την ίδια του τη ζωή τον διπλωματικό του θρίαμβο. Δεκατρείς μέρες μετά το Πρωτόκολλο
της 14ης Σεπτεμβρίου 1831 ελληνικά χέρια έκοβαν το νήμα της ζωής του. Ο θάνατός
του στέρησε το Έθνος από το μοναδικό στήριγμα ασφάλειας και προοπτικής, είχε δε
μακροπρόθεσμα τραγικές συνέπειες. Το πρόωρο
τέλος του Κυβερνήτη υπήρξε μια από τις πρωτογενείς αιτίες που το αίτημα εθνικής
ολοκλήρωσης και πολιτικού εκσυγχρονισμού, παρέμεινε μέχρι τις ημέρες μας
τραγικά αδικαίωτο.»
(απόσπασμα από την ομιλία του Κώστα Χατζηαντωνίου «Οι διπλωματικοί αγώνες του Καποδίστρια για τη χάραξη των συνόρων του νεοελληνικού Κράτους», στο Συνέδριο «ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΡΑΙΟΣ, ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, ΦΡΑΝΣΙΣΚΟ ΝΤΕ ΜΙΡΑΝΤΑ» από την «Ακαδημία Θεσμών και Πολιτισμών».)
(απόσπασμα από την ομιλία του Κώστα Χατζηαντωνίου «Οι διπλωματικοί αγώνες του Καποδίστρια για τη χάραξη των συνόρων του νεοελληνικού Κράτους», στο Συνέδριο «ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΡΑΙΟΣ, ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, ΦΡΑΝΣΙΣΚΟ ΝΤΕ ΜΙΡΑΝΤΑ» από την «Ακαδημία Θεσμών και Πολιτισμών».)
Θα ήθελα να κλείσω με ένα ακόμα απόσπασμα από τα απομνημονεύματα του
Τερτσέτη και της συνάντησης Καποδίστρια –Μαυρομιχάλη.
«... δια πολυετίαν ακόμη η ζώνη του προδρόμου πρέπει να είναι στολισμός μας, όχι χρυσοΰφαντη χλαμύδα. Ως οι παλαιοί ήρωες ή οι Βασιλείς της Ελλάδας πρέπει να φυτεύομεν δένδρα, να ανοίγομεν δρόμους, να παλεύομε με τα θηρία του δάσους, να δέσομεν την κοινωνίαν μας με νόμους συμφώνους με το έθνος μας. Ούτε οπίσω, ούτε εμπρός του καιρού μας. Μη μου ζητείτε ζωγραφιές πολύτιμες εις οικοδόμημα ακόμη ατελείωτον. Μέτρο μας και άστρο εις δεινά Ελληνικά θεραπεία ελληνική. Με το στόμα μας, όχι ως οι χειρούργοι της Ευρώπης κόφτοντας, αλλά με το στόμα μας να βυζαίνομεν το έμπυο της πατρίδος μας, δια να τη γιάνωμεν... Ένα μόνον φοβούμαι πολύ και με δέρνει υποψία, τρέμω την απειρία σας. Αν η νέα κυβέρνησις τύχει να συγκρουσθεί με συμφέροντα ξένων δυνάμεων – επειδή κάθε τόπος έχει χωριστά το μυστήριον της ζωής του, τον νόμον της ευτυχίας του, αν πλανεθεί ο ελληνισμός σας και σηκωθεί σκοτάδι μεταξύ μας, ώστε εσείς να μη διαβάζετε εις την καρδίαν μου, θολωθούν και με οι οφθαλμοί, ποιος ηξεύρει... που θα πάμε, τι θα γενούμε; Ετινάξατε το καβούκι των αλλοφύλλων, αλλ’ οι πλεκτάνες της διπλωματίας έχουν κλωστές πλανήτριες, φαρμακερές, κλωστές θανάτου, άφαντες και εσείς δεν τες εννοείτε. Κατεβαίνω πολεμιστής εις το στάδιον, θα πολεμήσω ως Κυβέρνησις, δεν λαθεύομαι, τον έρωτα των προνομίων που είναι φυτεμένος εις ψυχές πολλών, τα ονειροπολήματα των λογιοτάτων, ξένων πρακτικής ζωής, το φιλύποπτο, κυριαρχικό και ανήμερον αλλοεθνών ανδρών. Η νίκη θα είναι δική μα, αν βασιλεύει την καρδίαν μας, θεός ζηλότυπος, μόνον το αίσθημα το Ελληνικό. Ο φιλίκοος των ξένων είναι προδότης...»
Ναταλία Καποδίστρια, ηθοποιός
13 Δεκεμβρίου 2014
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου