Ο Γιώργος Κορωνάκης για τον "Κανόνα της ορθής γωνίας"


Ομιλία στο πλαίσιο της παρουσίασης του βιβλίου στην Θεσσαλονίκη στις 28 Νοεμβρίου 2014



Από τις πρώτες κιόλας σελίδες, το βιβλίο αυτό άσκησε επάνω μου μια γοητεία. Το συμπέρασμα που έβγαλα από την αρχή ακόμη, ήταν ότι με αυτό το βιβλίο, ήθελα δεν ήθελα θα ταξίδευα! Με “άρπαξε” ας μου επιτραπεί η έκφραση στην κυριολεξία και όσο προχωρούσα στην ανάγνωση, το βιβλίο με κρατούσε όλο και πιο γερά. Εκατό σελίδες πριν από το τέλος, βρέθηκα αντιμέτωπος με ένα αντιφατικό συναίσθημα. Πρόκειται για μια αντίδραση που βιώνω απέναντι σε βιβλία όπως αυτό του Νίκου Παργινού. Δεν ήξερα αν θέλω να το τελειώσω! Από τη μία ανυπομονούσα να δω πως θα τελείωνε η ιστορία, ακόμη κι αν τη γνώριζα χονδρικά, από την άλλη δεν ήθελα να τελειώσει αυτό ταξίδι που τόσο με συνεπήρε. Το βιβλίο το άνοιξα με λαχτάρα και το έκλεισα με βαθιά συγκίνηση. Έζησα τις στιγμές, τις εικόνες, τις αγωνίες του, με έκανε να δεθώ περισσότερο με τις προσωπικότητες και την ιστορία του τόπου μου, όρισε ένα ακόμη σημείο που με ενώνει με την Κέρκυρα και τέλος, με έκανε να βιώσω για μια ακόμη φορά την τραγική -όπως γνωρίζουμε όλοι από την ιστορία- κατάληξη του Ιωάννη Καποδίστρια. Δεν είπα τέλος, διότι ο Ιωάννης Καποδίστριας δε γνώρισε ποτέ τέλος. 

Μπορούμε νομίζω να αναλογιστούμε πόσο "εμβληματική" φυσιογνωμία μπορούσε να είναι και ο άνθρωπος που συνδέθηκε με βαθιά φιλία μαζί του. Στενός φίλος με τον Ιωάννη, ο Σταμάτης, από τα πρώιμα χρόνια της φοίτησής τους στο σχολείο της Αγίας Ιουστίνης στη Γαρίτσα της Κέρκυρας, ονειροπολούσαν και οραματιζόταν μια ζωή αφιερωμένη στη γνώση, στην περιπέτεια και στην καλλιέργεια της ελευθερίας. Αλλά για να μη μακρηγορήσω άλλο, θα ήθελα να πω πως αξίζουν πολλά μπράβο στον συγγραφέα, για την ευαισθησία του να αναδείξει αυτή την προσωπικότητα, τη λιγότερο γνωστή για τους πολλούς, που πλαισίωσε το έργο του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας από τις πρώτες ημέρες της διακυβέρνησης.
Δοκιμαζόμενος από τα νεανικά του χρόνια ο Σταμάτης από τη Λευκίμμη, αφού μάθει τα πρώτα του γράμματα, βγαίνει από νωρίς στη βιοπάλη. Σιδηρουργός πλέον στο επάγγελμα, δε σφυρηλατούσε μονάχα ύλη, είχε σφυρηλατημένη ήδη μια προσωπικότητα που έμελλε να ξεχωρίσει από νωρίς. Στα χρόνια της δεύτερης γαλλικής κυριαρχίας στο νησί, σε κάποιο εντός μεγάλων εισαγωγικών "τυχαίο" περιστατικό, κάποιος αξιωματικός του γαλλικού στρατού ονόματι Βαλλόν, τον επισκέπτεται στο μαγαζί όπου εργάζεται, προκειμένου να επισκευάσει το ξίφος του. Η γνωριμία των δυο ανδρών, ήταν καθοριστική για τη ζωή του νεαρού Κερκυραίου. Ο Γάλλος αξιωματικός ήταν ένας άνθρωπος ευγενής, που διέκρινε και εκτίμησε την χαρισματική του φυσιογνωμία και από τότε ο Σταμάτης, θα άλλαζε διαρκώς θέση στο χάρτη.

Κατατάσσεται στον γαλλικό στρατό, διακρίνεται για το ρωμαλέο πνεύμα του, την ευφυΐα και την ανδρεία του και εν τέλει, θα ακολουθήσει τη γαλλική φρουρά κατά την αποχώρηση της από τα Επτάνησα, ένα πρωινό της 23ης Ιουνίου του 1814. Λίγες ημέρες νωρίτερα και έπειτα από 7 χρόνια Ναπολεόντειας κυριαρχίας, θα υψωθεί για πρώτη φορά στα φρούρια της Κέρκυρας, η αγγλική σημαία. Η νέα πατρίδα του, το Παρίσι, του φέρεται φιλόξενα. Θα σπουδάσει στο Κολέγιο των ‘‘Τεσσάρων Εθνών’’ και στη συνέχεια θα εκπαιδευτεί στην "Ιστορική και Γεωγραφική Υπηρεσία" του γαλλικού στρατού. Στο κολέγιο, θα έρθει σε επαφή με το γνωστό ζωγράφο Νταβίντ και μετά τις σπουδές του, τον δρόμο του θα ορίσει η καλλιτεχνική πτυχή της φυσιογνωμίας του, μαθητεύοντας και δημιουργώντας στη σχολή του Γάλλου ζωγράφου.

Έπειτα από περιπετειώδη χρόνια δοκιμαζόμενος σε εκστρατείες και πολέμους, έπειτα από τις σπουδές του και τις διαρκείς αλληλεπιδράσεις του με ιστορικά γεγονότα και προσωπικότητες κύρους, ένας άλλος Σταμάτης, ο βετεράνος, ο μηχανικός, ο ζωγράφος, επιστρέφει στη χώρα του για να μνημονεύεται και ως ο πρώτος πολεοδόμος της ελεύθερης Ελλάδας! Υπακούει στο κάλεσμα του Κόμη Καποδίστρια, του μέχρι πρότινος ανώτατου διπλωμάτη της τσαρικής αυλής και μετέπειτα υπουργό εξωτερικών του Τσάρου, κλείνοντας έναν κύκλο μακρόχρονης αλληλογραφίας και φιλίας εξ αποστάσεως, καθ’ όλη τη διάρκεια της οποίας υπηρετούσαν διαφορετικά στρατόπεδα. Οι συνθήκες πλέον το επιτρέπουν και όχι απλώς ξανασμίγουν, αλλά από τον Ιανουάριο του 1828, θα ενώσουν τις δυνάμεις τους με ζήλο και αυταπάρνηση, μπροστά στο ιερό και ιστορικό καθήκον τους να αποκτήσει σάρκα και οστά ένα νεοσύστατο κράτος, του οποίου οι πολίτες ζούνε σε κατάσταση τραγική και χρειάζονται απελπιστικά βοήθεια.

Λιμοκτονούν, μαστίζονται από επιδημίες, πρέπει κάπου να στεγαστούν, να εργαστούν και να ξαναζήσουν. Τα τουρκικά αντίποινα μετά την επανάσταση ήταν ανηλεή και οδήγησαν τους Έλληνες, να ζουν την προσφυγιά στην απελευθερωμένη τους πατρίδα. Ο πολεοδόμος Σταμάτης Βούλγαρης, μέσα σε τρία μόλις χρόνια ακάματης προσπάθειας, ολοκληρώνει τα σχέδια 9 πόλεων. Του Ναυπλίου, του Αργούς, της Τριπόλεως, της Ιτέας, της Κορίνθου, της Φωκίδας, του Αιγίου, της Πάτρας και της Πύλου. Προχωρούσε ακάθεκτα ο σχεδιασμός και οι προεργασίες για πολλές ακόμη πόλεις, αλλά δυστυχώς για την πατρίδα και για τον ίδιο, μια βαριά πνευμονική λοίμωξη τον αναγκάζει να διακόψει την τιτάνια αυτή προσπάθεια οικοδομήσεως της Ελλάδας και να αποσυρθεί στο Παρίσι το 1830.

Ένας χρόνος περνά στο Παρίσι και έπειτα από 33 χρόνια, 7 μήνες, 7 ημέρες και συνολικά 14 εκστρατείες, φτάνει η στιγμή που θα τεθεί εν αποστρατεία και από το γαλλικό στρατό με το βαθμό του ταγματάρχη. Στη διάρκεια της μακρόχρονης θητείας του, ακολούθησε τα στρατεύματα του Ναπολέοντα στη Λευκάδα, στην Ιταλία, στην Ισπανία, πολέμησε στην ιστορική και ίσως πιο διάσημη μάχη στη στρατιωτική ιστορία, αυτή του Βατερλό στις 18 Ιουνίου του 1815, όπου ευτυχώς δεν έχασε τη ζωή του και διακρίθηκε ανάμεσα στους λιγοστούς επιζώντες σαν ήρωας. Το καθήκον του τον οδήγησε μέχρι και στην υπερατλαντική Μαρτινίκα, οδηγώντας και οδηγούμενος από την τρίχρωμη σημαία. Η Γαλλία τον τίμησε σαν ήρωα, με το παράσημο του "Σταυρού του Τάγματος του Αγίου Λουδοβίκου" και τον τίτλο του "Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής". Η σύνταξή που του παραχώρησε το γαλλικό κράτος, ανέρχεται στο ποσό των 1.966 φράγκων, αθροίζοντας μια περιουσία που μεγάλο της μέρος, διέθεσε στη φιλανθρωπία. Μεταξύ των φιλανθρωπικών του δράσεων, συγκαταλέγεται και η σημαντική οικονομική βοήθεια που προσέφερε στις άπορες κοπέλες του χωριού του, αφήνοντας το πολύπλευρο στίγμα του στην ιστορία και ως φιλάνθρωπος.

Μετά την αποστράτευσή του, ασχολήθηκε και με τη συγγραφή 3 βιβλίων. Εκτός από στρατιωτικός, πολεοδόμος και ζωγράφος, ο Σταμάτης Βούλγαρης εμφανίζεται μέσα από τα κείμενα και τις επιστολές του ως ένας άνθρωπος ευαίσθητος, με υψηλό ήθος, με βαθιά επίγνωση της πραγματικότητας, ένας οραματιστής και ταυτόχρονα επιστήθιος φίλος, πιστός και αφοσιωμένος συνεργάτης στο πλευρό του κυβερνήτη Καποδίστρια. Στο πρώτο του βιβλίο με τίτλο "Μια συνοπτική παρουσίαση του Κόμη Ιωάννη Καποδίστρια Κυβερνήτη της Ελλάδας", μας παρέχει τις εγκυρότερες και πολύτιμες μαρτυρίες του για την περίοδο της πρώτης διακυβέρνησης της χώρας. Στο δεύτερο βιβλίο με τίτλο "Ηθοπλαστική μελέτη", εξετάζει τη γαλλική ζωγραφική των αρχών του 19ου αιώνα, τα σημαντικότερα εικαστικά έργα της γκαλερί του Λουξεμβούργου του 1818 και αναλύει τα έργα του δασκάλου του David. Το τρίτο και τελευταίο του βιβλίο με τίτλο "Αναμνήσεις", περιλαμβάνει μια σειρά από δοκίμια που γράφτηκαν σε χρονικές περιόδους από το 1821 μέχρι και το 1834 και αναφέρεται στις αναμνήσεις του από τη ζωή του στη Γαλλία, στα ταξίδια του ανά τον κόσμο και κάποιο είναι αφιερωμένο στο θάνατο του μεγάλου φιλέλληνα λόρδου Βύρωνα.


Για το τέλος, θα δανειστώ ένα χωρίο από το βιβλίο του Νίκου Παργινού, μέσα από ένα διάλογο που διαδραματίζεται κάπου στο Παρίσι και που αναφέρεται ως επιτύμβια επιγραφή που χάραξαν στη μνήμη του φυσικού φιλόσοφου Θαλή, οι Μιλήσιοι συμπολίτες του. “Ο χώρος μεν που πιάνει ο τάφος ΣΟΥ μικρός, αλλά η δόξα ΣΟΥ εκτείνεται μέχρι τον ουρανό”. Νομίζω ότι η ίδια επιγραφή ταιριάζει και αξίζει να την αφιερώσουμε κι εμείς στη μνήμη των ηρώων του βιβλίου και πρωταγωνιστών της ιστορίας μας. “Ο χώρος μεν που πιάνει ο τάφος ΣΑΣ, μικρός, αλλά η δόξα ΣΑΣ εκτείνεται μέχρι τον ουρανό”.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τα όνειρα και τα σκουπίδια

Ο "Σκαλιστής" ταξιδεύει στην Αθήνα

Η ποιήτρια Έφη Μαχιμάρη για "Το Σταυροδρόμι των Ηρώων"