Από έναν κόσμο σαν κι αυτόν τι να κρατήσω;
Ομιλία του συγγραφέα Νίκου Παργινού στην παρουσίαση του βιβλίου στην Κέρκυρα την Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010.
Φίλες & φίλοι.
Πάνε έξι και πλέον χρόνια από την ημέρα που συνάντησα για πρώτη φορά τον πατέρα Θεμιστοκλή Μουρτζανό. Μια απίστευτη αλληλουχία γεγονότων και συμπτώσεων μας οδήγησαν στο να γνωριστούμε. Θες η μοίρα, η τύχη, το πεπρωμένο, η Θεία Πρόνοια τον έφερε στο διάβα μου ή ίσως να έφερε εμένα σε τελική ανάλυση στο δικό του δρόμο. Μόνο ένα διεστραμμένο συγγραφικό μυαλό θα μπορούσε να σκαρφιστεί ετούτο το σενάριο επιστημονικής φαντασίας που οδήγησε τελικά στη γνωριμία μας. Ή ακόμα καλύτερα κάτι πέρα και πάνω από την απλή ανθρώπινη δημιουργικότητα και φαντασία. Άλλωστε η Θεία Πρόνοια ενεργεί με μυστηριώδη και απίθανο για την ανθρώπινη λογική τρόπο. Κάπως έτσι θα πρέπει να λειτούργησε λοιπόν και σε τούτη τη δική μας περίπτωση κινώντας τα αόρατα νήματα κατά το δοκούν.
Και για να δανειστώ τα λεγόμενα ενός μεγάλου και αγαπημένου συγγραφέα του πατέρα Θεμιστοκλή, του Ντοστογιέφσκι:
Ε, λοιπόν αυτό κάνει ο πατέρας Θεμιστοκλής. Έχει το θάρρος και την τόλμη, ως γνήσιος οπαδός του διαλόγου, να μιλήσει για πράγματα που οι περισσότεροι προτιμούν να σιωπούν και να παραβλέπουν. Και φυσικά δεν κάνει μόνο αυτό.
Ένα από τα πράγματα που μου έκαναν και τη μεγαλύτερη εντύπωση όλα αυτά τα χρόνια της γνωριμίας μας είναι ο κύκλος των φίλων που πλαισιώνουν τον πατέρα Θεμιστοκλή. Οι άνθρωποι, τα πρόσωπα που ακολουθούν τα βήματά του. Όλοι εμείς που είμαστε σήμερα εδώ και μοιραζόμαστε τη χαρά του. Οι πιστοί που σπεύδουν να ακούσουν το Κυριακάτικο κήρυγμά του, να πάρουν την ευχή του, να σχολιάσουν μαζί του την καθημερινότητά τους, να του εκμυστηρευτούν τα εσώψυχά τους. Και ξέρετε, δεν είναι εύκολο στις μέρες μας, στη συνείδηση του υποψιασμένου κόσμου να κατακτήσεις μια τέτοια τιμητική θέση. Δεν είναι τυχαίο που ο πατέρας Θεμιστοκλής πάντα μιλά σε πρώτο πληθυντικό για τα δικά του, προσωπικά κατορθώματα.
Γράψαμε ένα βιβλίο. Παρουσιάζουμε ένα βιβλίο. Πήραμε ένα διδακτορικό. Αυτό λοιπόν είναι το δεύτερο πράγμα που μου έκανε και τη μεγαλύτερη εντύπωση. Οι διαπροσωπικές σχέσεις, η φιλία και η αγάπη που πήρε σάρκα και οστά στον ανοικτό φιλικό κύκλο μας. Γιατί: «…για να κοινωνήσουμε με τους άλλους χρειάζεται να δώσουμε…», όπως μας αναφέρει ο πατέρας Θεμιστοκλής στο ίδιο το βιβλίο του. Γιατί σε τελική ανάλυση, φίλος σου είναι ο άνθρωπος που ξέρει τα πάντα για σένα και, παρόλα αυτά, ακόμα του αρέσεις. Αλλά κι αυτός που όταν σε δει χωρίς χαμόγελο, σπεύδει να σου δώσει ένα από τα δικά του. Κι αυτό ισχύει στην περίπτωση της δικής μας μικρής κοινωνίας.
Ζούμε σε μια εποχή δύσκολη, μια εποχή οικονομικής κρίσης. Μια εποχή που όσο προχωράει και θα δυσκολεύουν τα πράγματα οι κανόνες της εκκλησίας που αφορούν τις νηστείες και τις εορτές θα τηρούνται όλο και πιο καλά. Ναι, καλά ακούσατε, και μην σας φαίνεται καθόλου παράξενο! Οι πλούσιοι θα τηρούν τις εορτές και οι φτωχοί τις νηστείες.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της γενικότερης παρακμής οι νέοι παραμένουν οι πιο ευάλωτοι αποδέκτες. Η επιστήμη λέει πως σύμφωνα με τις πιο εμπεριστατωμένες ανθρωπολογικές μελέτες ο σύγχρονος άνθρωπος επιζητεί κυρίαρχα τρία πράγματα στη ζωή του, που όμως κατά τη διάρκεια του βίου του αλλάζουν θέση και βαθμό προτεραιότητας. Οι νέοι, σύμφωνα με τους επιστήμονες πάντα, οριοθετούν τις επιδιώξεις τους στο τρίπτυχο: ΑΓΑΠΗ, ΧΡΗΜΑΤΑ και ΥΓΕΙΑ. Μεγαλώνοντας βέβαια, το τρίπτυχο γίνεται: ΧΡΗΜΑΤΑ, ΑΓΑΠΗ και ΥΓΕΙΑ και τότε αρχίζεις και ψυλλιάζεσαι πως κάτι συμβαίνει. Μέχρι που έρχεται μια μέρα που το τρίπτυχο γίνεται: ΥΓΕΙΑ, ΑΓΑΠΗ και ΧΡΗΜΑΤΑ. Τότε καταλαβαίνεις πως πλέον δεν είσαι νέος.
Ο πατέρας Θεμιστοκλής έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ιερατικής του ζωής σε έναν παραγωγικό διάλογο με τους νέους και τη νεολαία. Καρπός ετούτης της εντατικής του προσπάθειας είναι και το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα. Κείμενα, σχολιασμοί και απόψεις σε μια γλώσσα εύπεπτη και σύγχρονη που δεν κομπιάζει και επιχειρεί ίσως το αυτονόητο που έχουμε αφήσει στο περιθώριο. Να κατανοήσει τους προβληματισμούς και τα αδιέξοδα της νεολαίας. Να φέρει την εκκλησία πιο κοντά στις καθημερινές ανησυχίες της νέας γενιάς. Να εντρυφήσει την αλήθεια της πίστης. Να δώσει ελπίδα μοιράζοντας αγάπη. Από το διαδίκτυο και τα ιστολόγια μέχρι τα δελτία ειδήσεων και τις κινηματογραφικές αίθουσες. Από τα τελευταία μουσικά σουξέ μέχρι το AIDS και την αυτοκτονία. Από τις διαπροσωπικές σχέσεις και τη βία μέχρι το δικαίωμα στην αγάπη. Από τις ετικέτες και τα κινητά μέχρι τις εξετάσεις και τον Αστερίξ.
Και ευτυχώς το κάνει με τρόπο απλό και λιτό. Με σύντομες παρεμβάσεις, πράγμα που συνήθως ξεχνά ο πατέρας Θεμιστοκλής στον προφορικό του λόγο και τα κηρύγματα των Κυριακών. Μικρά στρωτά κείμενα των τριών και των τεσσάρων σελίδων που έχουν κάτι να σου αφήσουν διαβάζοντάς τα. Γιατί ο πατέρας Θεμιστοκλής ξέρεις να αφουγκράζεται πρώτα από όλα. Αναζητεί το σύγχρονο λόγο και το ρόλο της εκκλησίας σε κάθε πτυχή της νεανικής ζωής. Και για να το κάνεις αυτό πρέπει πρώτα να λειτουργήσεις ως δέκτης και μετά ως πομπός. Κι αυτό, ξέρετε, είναι χάρισμα.
Ως μυθοπλάστης και λογοτέχνης θα προτιμούσα ίσως μια πιο προσωποκεντρική αφηγηματική προσέγγιση με διάχυτο πνεύμα στοχευόμενης εξιστόρησης. Με ονοματισμένους πρωταγωνιστές και όχι με γενικευμένες παρατηρήσεις, αλλά αυτό επιτρέψτε μου να πω, πως είναι κάτι που προέρχεται από το ίδιο το πάθος μου για τη μυθοπλασία και δεν ξέρω αν θα μπορούσε να εφαρμοστεί, σε τούτη την περίπτωση.
Οι ειδικοί λένε πως η εφηβεία είναι η ηλικία που τα παιδιά σταματούν να κάνουν ερωτήσεις επειδή θεωρούν πως ξέρουν όλες τις απαντήσεις. Από την άλλη, έφηβος είναι εκείνος που όταν δεν τον μεταχειρίζονται ως ενήλικα, φέρεται σαν μωρό. Κι όποιος επιζητεί να πλησιάσει τους νέους πρέπει να έχει υπόψη του και τις δυο αυτές πολύ σημαντικές παραδοχές. Ο πατέρας Θεμιστοκλής φαίνεται μέσα από τα κείμενά του πως τις έχει κατά νου. Ξέρει επίσης πως οι συνηθισμένες συμβουλές των μεγάλων προς τους νέους αποσκοπούν στο πως να τους κάνουν να μην συμπεριφέρονται ως νέοι. Ξέρει επίσης πως και ο ξύλινος λόγος του συνηθισμένου καταγγελτικού κηρύγματος δεν έχει πέραση στη νέα γενιά της αμφισβήτησης. Το βιβλίο "Από έναν κόσμο σαν κι αυτόν τι να κρατήσω;" του πατέρα Θεμιστοκλή Μουρτζανού, αποτελεί αν μην τι άλλο μια επιτυχημένη προσπάθεια προσέγγισης της νεότητας.
Πατέρα Θεμιστοκλή, καλό ταξίδι σε τούτο το πρώτο σου βιβλίο. Εύχομαι από τα βάθη της καρδιάς μου να τύχει θερμής υποδοχής όχι μόνο από το νεανικό κοινό αλλά κυρίως από όλους εκείνους που επιχειρούν να αγκαλιάσουν τους νέους και δεν γνωρίζουν τον τρόπο. Ακόμα κι από εκείνους που έχουν πάψει να συγκαταλέγονται ηλικιακά στη νεολαία. Αλλά ας μην κρυβόμαστε. Η νεότητα αποτελεί όπως και να το κάνουμε το ζητούμενο στη ζωή μας. Σκοπός στη ζωή τελικά είναι να πεθάνεις νέος, αλλά όσο πιο αργά γίνεται…
Σας ευχαριστώ.
Φίλες & φίλοι.
Από τότε πέρασαν έξι περίπου χρόνια. Κι η διαπροσωπική μας σχέση εξακολουθεί να περνάει μέσα από συμπληγάδες και από σαράντα κύματα αναζητώντας την κοινή Ιθάκη. Ζυμώθηκε αν μη τι άλλο στο διάβα του χρόνου μέσα από πολυποίκιλες κοινές δράσεις. Δράσεις με κοινό παρονομαστή τον άνθρωπο, την πίστη και τη γνώση. Δράσεις που χαρακτηρίστηκαν από πνευματικές ανησυχίες, έντονους διαλόγους, παραγωγικές διαφωνίες, βουτιές στα ιερά κείμενα και τα γραπτά των πατέρων της εκκλησίας, μα πρώτιστα από στιγμές προσωπικής αναζήτησης. Τα δε μικρόβια της αμφιβολίας, της αμφισβήτησης, της εναντίωσης και της επανάστασης που φαίνεται πως διαθέτω άπλετα και με χαρακτηρίζουν από γεννησιμιού μου συγκρούστηκαν μετωπικά σε τούτο το κοινό μας ταξίδι. Και νιώθω, κι αυτό είναι το ουσιαστικό στην όλη υπόθεση, πως εν τέλει κάρπισε μέσα μου εκείνος ο σπόρος της πίστης και της αγάπης που φρόντισε ανά τακτά χρονικά διαστήματα να επιμελείται με περισσή φροντίδα και υπομονή για χάρη μου ο πατέρας Θεμιστοκλής.
Άλλωστε ο Θεός είναι παντού, αλλά μεταξύ μας πολλές φορές Τον σκεφτόμαστε σαν κάτι το απόμακρο, ειδικά στις δύσκολές μας στιγμές. Από την άλλη, ας μην κρυβόμαστε, αυτός που πραγματικά ψάχνει το Θεό, τον έχει ήδη βρει μέσα από την ίδια την αναζήτησή του. Κι αυτό είναι το κέρδος μου σε τελική ανάλυση από τη σχέση μου με τον πατέρα Θεμιστοκλή. Να μην εμπιστεύομαι μόνο τη λογική. Να βάζω και λίγη πίστη μέσα. Γιατί λογική και πίστη είναι όχθες του ίδιου ποταμού. Γι’ αυτό άλλωστε ο πατέρας Θεμιστοκλής πρεσβεύει για μένα αυτόν τον μικρό πεπερασμένο κρίκο που επιχειρεί με κόπο και προσπάθεια να με συνδέσει με το άπιαστο, με το υπέρτατο. Και φυσικά δεν είναι μόνο αυτό.
Οι περισσότεροι από μας, κυρίως αυτοί που δεν τα πάνε και τόσο καλά με τη θρησκεία έχουν σχηματισμένη στο μυαλό τους μια δεδομένη εικόνα για τους σύγχρονους ιερωμένους κατάλοιπο των θρησκευτικών εμπειριών και παραδόσεων. Οι ιερείς είναι αυτοί που εκμεταλλεύονται στο έπακρο το όνομα του Θεού και καρπώνονται τους καρπούς ετούτης της εκμετάλλευσης σε κάθε εκκλησιαστική ευκαιρία. Κρατούν ηθελημένα το ποίμνιό τους στην αμάθεια και την άγνοια, αδυνατώντας τις περισσότερες φορές να αντικρίσουν κατάματα τους πιστούς τους συζητώντας μαζί τους, τους πιο ενδόμυχους διακαείς τους πόθους, τα πάθη και τις επιθυμίες τους. Προσηλωμένοι στο δογματικό χθες, αδυνατούν να παρακολουθήσουν το σήμερα που τρέχει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Η παρουσία τους παραμένει χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο για τους πολλούς στο περιθώριο της σιωπής τους, μακριά από τα προβλήματα που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο και ειδικά τους νέους.
Και για να δανειστώ τα λεγόμενα ενός μεγάλου και αγαπημένου συγγραφέα του πατέρα Θεμιστοκλή, του Ντοστογιέφσκι:
«Πολλές δυστυχίες έχουν έρθει στον κόσμο από παρεξηγήσεις και από πράγματα που δεν ειπώθηκαν».
Ένα από τα πράγματα που μου έκαναν και τη μεγαλύτερη εντύπωση όλα αυτά τα χρόνια της γνωριμίας μας είναι ο κύκλος των φίλων που πλαισιώνουν τον πατέρα Θεμιστοκλή. Οι άνθρωποι, τα πρόσωπα που ακολουθούν τα βήματά του. Όλοι εμείς που είμαστε σήμερα εδώ και μοιραζόμαστε τη χαρά του. Οι πιστοί που σπεύδουν να ακούσουν το Κυριακάτικο κήρυγμά του, να πάρουν την ευχή του, να σχολιάσουν μαζί του την καθημερινότητά τους, να του εκμυστηρευτούν τα εσώψυχά τους. Και ξέρετε, δεν είναι εύκολο στις μέρες μας, στη συνείδηση του υποψιασμένου κόσμου να κατακτήσεις μια τέτοια τιμητική θέση. Δεν είναι τυχαίο που ο πατέρας Θεμιστοκλής πάντα μιλά σε πρώτο πληθυντικό για τα δικά του, προσωπικά κατορθώματα.
Γράψαμε ένα βιβλίο. Παρουσιάζουμε ένα βιβλίο. Πήραμε ένα διδακτορικό. Αυτό λοιπόν είναι το δεύτερο πράγμα που μου έκανε και τη μεγαλύτερη εντύπωση. Οι διαπροσωπικές σχέσεις, η φιλία και η αγάπη που πήρε σάρκα και οστά στον ανοικτό φιλικό κύκλο μας. Γιατί: «…για να κοινωνήσουμε με τους άλλους χρειάζεται να δώσουμε…», όπως μας αναφέρει ο πατέρας Θεμιστοκλής στο ίδιο το βιβλίο του. Γιατί σε τελική ανάλυση, φίλος σου είναι ο άνθρωπος που ξέρει τα πάντα για σένα και, παρόλα αυτά, ακόμα του αρέσεις. Αλλά κι αυτός που όταν σε δει χωρίς χαμόγελο, σπεύδει να σου δώσει ένα από τα δικά του. Κι αυτό ισχύει στην περίπτωση της δικής μας μικρής κοινωνίας.
Ζούμε σε μια εποχή δύσκολη, μια εποχή οικονομικής κρίσης. Μια εποχή που όσο προχωράει και θα δυσκολεύουν τα πράγματα οι κανόνες της εκκλησίας που αφορούν τις νηστείες και τις εορτές θα τηρούνται όλο και πιο καλά. Ναι, καλά ακούσατε, και μην σας φαίνεται καθόλου παράξενο! Οι πλούσιοι θα τηρούν τις εορτές και οι φτωχοί τις νηστείες.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της γενικότερης παρακμής οι νέοι παραμένουν οι πιο ευάλωτοι αποδέκτες. Η επιστήμη λέει πως σύμφωνα με τις πιο εμπεριστατωμένες ανθρωπολογικές μελέτες ο σύγχρονος άνθρωπος επιζητεί κυρίαρχα τρία πράγματα στη ζωή του, που όμως κατά τη διάρκεια του βίου του αλλάζουν θέση και βαθμό προτεραιότητας. Οι νέοι, σύμφωνα με τους επιστήμονες πάντα, οριοθετούν τις επιδιώξεις τους στο τρίπτυχο: ΑΓΑΠΗ, ΧΡΗΜΑΤΑ και ΥΓΕΙΑ. Μεγαλώνοντας βέβαια, το τρίπτυχο γίνεται: ΧΡΗΜΑΤΑ, ΑΓΑΠΗ και ΥΓΕΙΑ και τότε αρχίζεις και ψυλλιάζεσαι πως κάτι συμβαίνει. Μέχρι που έρχεται μια μέρα που το τρίπτυχο γίνεται: ΥΓΕΙΑ, ΑΓΑΠΗ και ΧΡΗΜΑΤΑ. Τότε καταλαβαίνεις πως πλέον δεν είσαι νέος.
Ο πατέρας Θεμιστοκλής έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ιερατικής του ζωής σε έναν παραγωγικό διάλογο με τους νέους και τη νεολαία. Καρπός ετούτης της εντατικής του προσπάθειας είναι και το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα. Κείμενα, σχολιασμοί και απόψεις σε μια γλώσσα εύπεπτη και σύγχρονη που δεν κομπιάζει και επιχειρεί ίσως το αυτονόητο που έχουμε αφήσει στο περιθώριο. Να κατανοήσει τους προβληματισμούς και τα αδιέξοδα της νεολαίας. Να φέρει την εκκλησία πιο κοντά στις καθημερινές ανησυχίες της νέας γενιάς. Να εντρυφήσει την αλήθεια της πίστης. Να δώσει ελπίδα μοιράζοντας αγάπη. Από το διαδίκτυο και τα ιστολόγια μέχρι τα δελτία ειδήσεων και τις κινηματογραφικές αίθουσες. Από τα τελευταία μουσικά σουξέ μέχρι το AIDS και την αυτοκτονία. Από τις διαπροσωπικές σχέσεις και τη βία μέχρι το δικαίωμα στην αγάπη. Από τις ετικέτες και τα κινητά μέχρι τις εξετάσεις και τον Αστερίξ.
Και ευτυχώς το κάνει με τρόπο απλό και λιτό. Με σύντομες παρεμβάσεις, πράγμα που συνήθως ξεχνά ο πατέρας Θεμιστοκλής στον προφορικό του λόγο και τα κηρύγματα των Κυριακών. Μικρά στρωτά κείμενα των τριών και των τεσσάρων σελίδων που έχουν κάτι να σου αφήσουν διαβάζοντάς τα. Γιατί ο πατέρας Θεμιστοκλής ξέρεις να αφουγκράζεται πρώτα από όλα. Αναζητεί το σύγχρονο λόγο και το ρόλο της εκκλησίας σε κάθε πτυχή της νεανικής ζωής. Και για να το κάνεις αυτό πρέπει πρώτα να λειτουργήσεις ως δέκτης και μετά ως πομπός. Κι αυτό, ξέρετε, είναι χάρισμα.
Ως μυθοπλάστης και λογοτέχνης θα προτιμούσα ίσως μια πιο προσωποκεντρική αφηγηματική προσέγγιση με διάχυτο πνεύμα στοχευόμενης εξιστόρησης. Με ονοματισμένους πρωταγωνιστές και όχι με γενικευμένες παρατηρήσεις, αλλά αυτό επιτρέψτε μου να πω, πως είναι κάτι που προέρχεται από το ίδιο το πάθος μου για τη μυθοπλασία και δεν ξέρω αν θα μπορούσε να εφαρμοστεί, σε τούτη την περίπτωση.
Οι ειδικοί λένε πως η εφηβεία είναι η ηλικία που τα παιδιά σταματούν να κάνουν ερωτήσεις επειδή θεωρούν πως ξέρουν όλες τις απαντήσεις. Από την άλλη, έφηβος είναι εκείνος που όταν δεν τον μεταχειρίζονται ως ενήλικα, φέρεται σαν μωρό. Κι όποιος επιζητεί να πλησιάσει τους νέους πρέπει να έχει υπόψη του και τις δυο αυτές πολύ σημαντικές παραδοχές. Ο πατέρας Θεμιστοκλής φαίνεται μέσα από τα κείμενά του πως τις έχει κατά νου. Ξέρει επίσης πως οι συνηθισμένες συμβουλές των μεγάλων προς τους νέους αποσκοπούν στο πως να τους κάνουν να μην συμπεριφέρονται ως νέοι. Ξέρει επίσης πως και ο ξύλινος λόγος του συνηθισμένου καταγγελτικού κηρύγματος δεν έχει πέραση στη νέα γενιά της αμφισβήτησης. Το βιβλίο "Από έναν κόσμο σαν κι αυτόν τι να κρατήσω;" του πατέρα Θεμιστοκλή Μουρτζανού, αποτελεί αν μην τι άλλο μια επιτυχημένη προσπάθεια προσέγγισης της νεότητας.
Πατέρα Θεμιστοκλή, καλό ταξίδι σε τούτο το πρώτο σου βιβλίο. Εύχομαι από τα βάθη της καρδιάς μου να τύχει θερμής υποδοχής όχι μόνο από το νεανικό κοινό αλλά κυρίως από όλους εκείνους που επιχειρούν να αγκαλιάσουν τους νέους και δεν γνωρίζουν τον τρόπο. Ακόμα κι από εκείνους που έχουν πάψει να συγκαταλέγονται ηλικιακά στη νεολαία. Αλλά ας μην κρυβόμαστε. Η νεότητα αποτελεί όπως και να το κάνουμε το ζητούμενο στη ζωή μας. Σκοπός στη ζωή τελικά είναι να πεθάνεις νέος, αλλά όσο πιο αργά γίνεται…
Σας ευχαριστώ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου