tag:blogger.com,1999:blog-30154524.post8031305764702275264..comments2023-11-03T12:27:57.884+02:00Comments on Έμπνευση: Οι κουκουλοφόροι της πολιτικήςΝίκος Παργινόςhttp://www.blogger.com/profile/00197034560683071638noreply@blogger.comBlogger1125tag:blogger.com,1999:blog-30154524.post-77638191972244879922008-07-03T14:24:00.000+03:002008-07-03T14:24:00.000+03:00Ο ΥΜΝΟΣ ΤΩΝΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΩΝ1 Με αητού ψυχή και θώρικ...Ο ΥΜΝΟΣ ΤΩΝ<BR/><BR/>ΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΩΝ<BR/><BR/><BR/>1 Με αητού ψυχή και θώρι<BR/>και μ΄απλή κι αγνή καρδιά<BR/>μόνον οι κουκουλοφόροι<BR/>βλέπουν γύρω καθαρά.<BR/><BR/>2 Κι ενώ οι άλλοι λέν τι «πρέπει»<BR/>και πια παύουν-και σιωπούν,<BR/>οι κουκουλοφόροι έπη<BR/>γράφουν,δίχως να μιλούν.<BR/><BR/>3 Όταν καίνε τις σημαίες <BR/>και του «Αγνώστου» τη σκοπιά<BR/>πλαστουργούν σκιερές αλέες<BR/>να βαδίσει η Ανθρωπιά.<BR/><BR/>4 Κι ας φωνάζουν οι αχρείοι<BR/>ελληνίδος όπου γης,<BR/>και καθείς ας επισείει<BR/>απειλές λογής λογής<BR/><BR/>5 για τους νέους,που «βεβηλώνουν»,<BR/>όπως όλοι λεν αυτοί<BR/>τα ιερά,όταν ξηλώνουν<BR/>ό,τι χρήζει να χαθεί.<BR/><BR/>6 Κι αν εκάη μία σημαία<BR/>χίλιες καιν οι βουλευτές<BR/>βίλλα φτιάχνοντας μια νέα <BR/>με λεφτά από τις κλεψ ιές.<BR/><BR/>7 Κι άλλες χίλιες ο καθένας <BR/>υπουργός,πολιτευτής,<BR/>κομματόσκυλο,ή ένας<BR/>κρατικός αρχιληστής,<BR/><BR/>8 όταν κλέβει απ΄του Δημόσιου <BR/>τον φτωχό τον κορβανά<BR/>ιερό δίχως και όσιο<BR/>κάτι να τον σταματά.<BR/><BR/>9 Κι όποιον κλέφτει,τονε στέλνουν,<BR/>όχι για τη φυλακή,<BR/>μα στο σπίτι τον πηγαίνουν<BR/>να τα φάει ήσυχα εκεί.<BR/><BR/>10 Όμως όταν χαλαστούνε <BR/>μια καρέκλα,ένα σκαμνί,<BR/>οι ληστές αυτοί βοούνε<BR/>για την αβαρία αυτή.<BR/><BR/>11 Κι όλοι ενώ είναι πνιγμένοι<BR/>στα κλεμμένα τους λεφτά<BR/>στο ρεφραίν καθείς τους μένει:<BR/>«ποιος θα τα πληρώσει αυτά;»<BR/><BR/><BR/><BR/>12 Ω! Μιαροί! Ο κουκουλοφόρος<BR/>δεν μιαίνει τα ιερά:<BR/>των ηρώων μαντατοφόρος <BR/>νέα σάς φέρνει τρομερά.<BR/><BR/>13 Ένα αγώνα φέρνει νέον<BR/>στην πανάθλιά σας γη<BR/>και σας λέει: «ξεχάστε πλέον<BR/>όσα κάνατε όλοι πριν». <BR/><BR/>14 Κι οι μολότωφ του θ’ ανάψουν<BR/>μια τρανή τώρα φωτιά<BR/>και συθέμελα θα κάψουν<BR/>όσα σάπια και παλιά.<BR/><BR/>15 Οι κουκουλοφόροι δίνουν<BR/>σάρκα στ΄ όνειρο κι οστά<BR/>κι όλα πίσω τους τ΄αφήνουν<BR/>και τραβούν γοργά μπροστά.<BR/><BR/><BR/><BR/>16 Απ΄τα βάθη των αιώνων<BR/>οι ήρωές μας τους θωρούν<BR/>και θερμά μ΄ευχές τους ραίνουν<BR/>και μ΄ευλόγια όση μπορούν.<BR/><BR/><BR/>17 Κι αν εζούσανε και τώρα,<BR/>θα διαδήλωναν μαζί,<BR/>με κεινούς όπου η χώρα<BR/>θέλουν λεύτερα να ζει.<BR/><BR/>18 Κι αν υπήρχανε,οι ιδιοι <BR/>πρώτοι θα ΄βαζαν φωτιά,<BR/>κι άλλη μια στις που ΄χουν ήδη<BR/>δόξας παίρνοντας πρωτιά.<BR/><BR/>19 Ω! Αν εζούσαν οι καλοί μου <BR/>θα ΄χανε ξεσηκωθεί <BR/>κι όλοι οι άθλιοι του Μαξίμου<BR/>θα ΄χανε έρριζα χαθεί.<BR/><BR/>20 Δε σκοτώθηκαν εκείνοι <BR/>για να οργιάζει η διαφθορά<BR/>για ν΄ ανθούν μαφιόζων κτήνη<BR/>και να καίει η αγορά΄<BR/><BR/>21 τα παιδιά μας για να βγαίνουν<BR/>κούτσουρα από τα σχολειά,<BR/>και πάντα άνεργα να μένουν<BR/>κι ας γυρεύουνε δουλειά΄<BR/><BR/>22 οι εργάτες μες στους δρόμους <BR/>αρρωσταίνοντας να σβυουν,<BR/>να τους λένε παρανόμους <BR/>αν πεινώντας απεργούν,<BR/><BR/>23 ο αλλοπρόσαλλος ο «θείος»<BR/>τρισεκατομμύρια να ΄χει<BR/>ο λαός ενώ αισίως<BR/>για ευρώ ένα δίνει μάχη,<BR/><BR/>24 Και αβίωτος να ΄ν΄ο βίος<BR/>σε παιδάκια τρυφερά<BR/>και να δυστυχεί αισίως <BR/>κάθε μια νοικοκυρά.<BR/><BR/><BR/><BR/><BR/>25 Φλόγα που τα βρώμια καίει<BR/>και τα σάπια καταλεί!,<BR/>ο εμπρηστής,όχι δε φταίει,<BR/>μα η πατρίδα τον φιλεί..<BR/><BR/>26 Όλοι οι ήρωες του «Αγνώστου»<BR/>άμοιροι ήσαν και φτωχοί<BR/>που καθένα ο υπουργός του <BR/>έστελνε να σκοτωθεί,<BR/><BR/>27 για να μένει εκείνος σώος<BR/>κι απ΄τις σάρκες τους να ζει<BR/>σαν αυτός να ΄ναι αθώος <BR/>ή αυτοί να ΄ταν χαζοί.<BR/><BR/>28 Για να βγαίνουν βουλευτήδες <BR/>Άκηδες βλητοκουτοί<BR/>και να πνίγουν Παπουτσήδες <BR/>τις Σαμίνες με κουπί.<BR/><BR/>29 Οι ήρωες –όχι!-δε χαθήκαν<BR/>για να κλέβει ο βουλευτής <BR/>κι ο υπουργός να ΄χει για προίκα<BR/>θησαυρούς ολοζωής.<BR/><BR/>30 Και «αυτή ΄ναι η Ελλάδα»<BR/>Για να πει πρωθυπουργός,<BR/>που του πρέπει μες στη ΓΑΔΑ<BR/>και δοχείο ναν΄νυκτός.<BR/><BR/><BR/><BR/>31 Ω! Γενναίοι κουκουλοφόροι!<BR/>Η φιλτάτη μας πατρίς<BR/>της Βουλής δεν είναι οι χώροι,<BR/>μα όπου είστε,είναι,εσείς!<BR/><BR/>32 Από εσάς,αν είναι να ΄λθει<BR/>θα ΄λθει πάλι η λευτεριά<BR/>που ο Πολιτικός εβάλθη<BR/>ν’ ανταλλάξει με σκλαβιά.<BR/><BR/>33 Εις εσάς χτυπάει κλεισμένη <BR/>της πατρίδος η καρδιά<BR/>κι από σας μόνο προσμένει<BR/>όπως τότε ελευθεριά.<BR/><BR/>34 Και ο Ευρωπαίος κυττάει<BR/>τον αγώνα τον ιερό<BR/>τους δυνάστες σας ρωτάει:<BR/>«θε΄τε ν΄αναλάβω εγώ;»<BR/><BR/>35 Απ΄τις μαύρες σας κουκούλες <BR/>πίσω εκρύφθη η λευθεριά<BR/>όπως μέσα σε σακκούλες<BR/>να μη σβυούνε τα κεριά.<BR/><BR/>36 Μα κεριού δεν είναι αχτίδα <BR/>ό,τι πίσω έχετε εκεί-<BR/>μόνο είναι θρυαλλίδα<BR/>βόμβας πλούτου φονική.<BR/><BR/>37 Κι ανυπόμονα το χέρι<BR/>που τηνε κρατεί κυττά<BR/>καθώς βιάζεται να φέρει<BR/>εις στους σκλάβους λευθεριά.<BR/><BR/>38 Κάψτε πύργους,κάψτε κάστρα,<BR/>κτίριο κάψτε αισχρής Βουλής-<BR/>στείλτε μήνυμα προς τ΄άστρα<BR/>ότι φέγγετε κι εσείς.<BR/><BR/>39 Ρίξτε πλούτια υψωμένα <BR/>ως της φτώχειας το λαιμό!<BR/>Ρίξτε ονόματα πρησμένα<BR/>από Χρήμα και Καιρό!<BR/><BR/>40 Σπάστε! Κάψετε! Ρημάξτε!<BR/>Κι ό,τι θένε,όποιοι,ας πουν:<BR/>Σας τρομάζουνε; Τρομάξτε!<BR/>Σας ζημιώνουν; Να χαθούν!<BR/><BR/>41 Και μη σκέψη γεννηθεί σας<BR/>πως χαλάτε ξένο βιος:<BR/>όλη η πλάση είναι δική σας <BR/>μιας και βγήκατε στο φως.<BR/><BR/>42 Κάτω οι πατρίδες όπου <BR/>βλέπουν μόνο ένα παιδί<BR/>και κάθε άλλο, τόπου όποιου<BR/>το αφήνουν να χαθεί.<BR/><BR/>43 Θάνατος στα έθνη εκείνα<BR/>τέκνα ανάξια που γεννούν<BR/>και ποδοπατούν τα κρίνα<BR/>και τσουκνίδες καλλιεργούν.<BR/><BR/>44 Κάτω ως ρίχτει ’λάφι λιόντας<BR/>ρίξτε κάστρα ανίερα<BR/>για του έθνους πολεμώντας<BR/>τα σεπτά και τα ιερά.<BR/><BR/>45 Τέτιο κράτος ας πεθάνει<BR/>τέτιο κράτος ας χαθεί<BR/>όπου εννιά η κακία κάνει<BR/>και μια κάνει η αρετή.<BR/><BR/>46 Στους μιαρούς τους τέτιους πρέπει<BR/>χαλασμός και συφορά,<BR/>χαλασμός αφού τους τέρπει<BR/>και φιλούν τη συφορά.<BR/><BR/>47 Δεν αξίζει για να ζήσει <BR/>ένα κράτος σαν αυτό<BR/>που ρεμούλα και μπαξίσι<BR/>παίζουν μέσα του κρυφτό.<BR/><BR/>48 Με μολότωφ και σφεντόνα<BR/>θα ΄ρθει πάλι ξαστεριά-<BR/>με παιδιά που στον αγώνα<BR/>πολεμάνε σα θεριά.<BR/><BR/><BR/><BR/>49 Και πατρίδα φκιάστε νέα<BR/>που η χαρά του καθενού<BR/>να ’ναι τ΄άλλου η παρέα<BR/>και οι δυο τους τα’ ουρανού.<BR/><BR/>50 Και μια φτιάχτε νια πατρίδα<BR/>να ΄ναι μάνα για ολουνούς,<BR/>καρπισμένη να ’ν’ η ελπίδα<BR/>κι άνθος της να είναι ο νους.<BR/><BR/>51 Και «εκπρόσωποι» να λείψουν <BR/>με την πέτρινη ματιά<BR/>που κυττούν κάθε να κρύψουν<BR/>των πατρώνων τους βρωμιά.<BR/><BR/>52 Από σας μονάχα η χώρα<BR/>θα ’δει πάλι προκοπή,<BR/>απ’ των βουλευτών της πρώτα <BR/>την κλεψιά αν αποκοπεί.... <BR/><BR/><BR/><BR/>53 Άγνωστοι Άγνωστον εκάψαν.<BR/>Δε σας λέει αυτό,μιαροί,<BR/>φωτιά αυτοί πως δεν ανάψαν <BR/>μα μνημόσυνου κερί;<BR/><BR/>54 Υψηλό ό,τι συμβολίζει<BR/>του Αγνώστου το ιερό<BR/>των νεαρών δεν το βρωμίζει<BR/>η ορμή,όσον καιρό.<BR/><BR/>55 Οι «άγνωστοι» τις ευλογίες <BR/>παίρνουν των παλληκαριών<BR/>που τιμήσαν τις αξίες<BR/>των προγονικών γενιών.<BR/><BR/>56 Ω! Σεμνοί κουκουλοφόροι!<BR/>Α! Ωραίοι καταστροφείς!<BR/>Α! Οδηγοί σεις πρωτοπόροι<BR/>για τα φώτα της Αυγής!<BR/><BR/>57 Που εκάψατε θυμώνουν<BR/>κάτι κάδους σκουπιδιών<BR/>και ουρλιάζοντας ομώνουν<BR/>να σας κάνουν σκιες σκιων.<BR/><BR/>58 Μα οπλισμένμοι μ’ άγιο θάρρος<BR/>και με όπλα παιδικά<BR/>ο σοφός σεις είστε ο φάρος <BR/>που φωτίζει ιδανικά.<BR/><BR/>59 Κι αυτοί αξίζει να χαθούνε<BR/>Απ’ το πρόσωπο της γης-<BR/>μες στη μαύρης γης να μπούνε<BR/>πάλι φως μη δουν αυγής.<BR/><BR/><BR/>60 Όμως μέσα εις της ψυχής μου <BR/>το βαρύν ανασασμό<BR/>που ακλουθάει της ζωής μου <BR/>του αγώνα τον καυμό,<BR/><BR/>61 κλαίω τους χωροφυλάκους<BR/>που ανίδεος υπουργός<BR/>τους ωθεί μέσα σε λάκκους-<BR/>τάχα εκεί πως ειν΄ εχθρός.<BR/><BR/>62 Ειν΄αδέρφια μου και κείνα!<BR/>Τα φτωχά μου! Τα καλά!<BR/>Που η ανέχεια και η πείνα<BR/>μες στις φλέβες τους κυλά.<BR/><BR/>63 Και αυτό αξιοποιώντας <BR/>ο υπουργός τους προσπαθεί<BR/>«παρανόμους» δημιουργώντας<BR/>μ΄αυτούς σκάλα ν΄ανεβεί.<BR/><BR/>64 Και τους βάζει να χτυπούνε<BR/>αδερφό και αδερφή<BR/>ώστε εκείνοι να πονούνε<BR/>και να καλοζούν αυτοί.<BR/><BR/>65 Ναι! Εγώ! Πονώ για κείνους!<BR/>Γιατί κάποτε κι εγώ<BR/>θύμα ήμουν κάποιου κτήνους<BR/>που με κράταγε βουβό.<BR/><BR/>66 Κι ο υπουργός τους τους κρατάει <BR/>με τα μάτια ολοκλειστά<BR/>που δε θα ’χε γης να πάει <BR/>αν τα είχανε ανοιχτά.<BR/><BR/><BR/><BR/>67 Στων αγώνων τ΄ανηφόρι<BR/>που στην πρόοδο τραβά<BR/>οι έλληνες κουκουλοφόροι<BR/>βλέπουν πάντα καθαρά.<BR/><BR/><BR/><BR/>68 Ω! Απαίσιοι «πρεπολόγοι»!<BR/>Ω! Αχρείοι μαστροποί!<BR/>Σας αξίζουν τόσοι ψόγοι<BR/>όσοι αίνοι στην ντροπή!<BR/><BR/>69 Ω! Σεμνοί κουκουλοφόροι!<BR/>Ω! Ωραίοι καταστροφείς!<BR/>Οδηγοί είστε πρωτοπόροι<BR/>για τα φώτα της Αυγής!<BR/><BR/>70 Οδηγείστε! Οδηγείστε!<BR/>Και σας ακλουθάμε εμείς!<BR/>Ιχνηλάτες άξιοι είστε<BR/>της Χαμένης Μας Τιμής!<BR/><BR/><BR/><BR/>71 Το αίμα σας,πυρρό που στάζει,<BR/>και γι Αυτήν έχει χυθεί,<BR/>η Παιδεία το κυττάζει<BR/>απ’ το βάθρο Της σβυστή.<BR/><BR/>72 Χάμου απ΄της Βουλής ριγμένη<BR/>την κερδόσκοπη βουλή,<BR/>την πνοή σας περιμένει <BR/>να πετάξει σαν πουλί.<BR/><BR/>73 Σας φωνάζουνε βεβήλους<BR/>για σκοπιά που ΄χει καεί-<BR/>αλλ΄αυτοί ρίχνουν στους σκύλους<BR/>άγια κι όσια για φαϊ.<BR/><BR/>74 Κι οι «σκοπιές» που εκείνοι χτίζουν<BR/>βεβηλώνουν συνεχώς<BR/>με το πλούσιο που σκορπίζουν<BR/>μαύρο κι άδικο ένα φως.<BR/><BR/>75 Κι αυτοί σήμερα φωνάζουν<BR/>για βεβήλωση ιερών,<BR/>που ανεμόμυλοι φαντάζουν <BR/>να ΄ναι όλων των καιρών.<BR/><BR/>76 Κι ο πρωθυπουργός λυσσάει <BR/>απ την Εσπερία μακριά<BR/>και παλιά λόγια μασάει<BR/>και τη μέρα λέει νυχτιά.<BR/><BR/>77 Και η ίδια η Ευρώπη<BR/>δίνοντας λεφτά με ουρά:<BR/>«Φέουδό μου όλοι οι τόποι»<BR/>υλακτιάει με χαρά.<BR/><BR/>(78 Α! Ευρώπη! Λίγα θα ΄ναι<BR/>και για σένα τα ψωμιά-<BR/>οι ασιάτες ξεκινάνε<BR/>να σε θάψουν με κορμιά.)<BR/> <BR/><BR/><BR/>79 Τρεις «μεγάλες» οικογένειες <BR/>που το χρήμα δεν ψηφούν<BR/>στου λαού πατούν τις έγνιες<BR/>πιο «ψηλά» για ν΄ανεβούν. <BR/><BR/>80 Και με οικογενειοκρατία,<BR/>και με μπράβων της τον κλοιο<BR/>της Βουλής η Αλητεία <BR/>το λαό τρομάζει πλιο.<BR/><BR/>81 Κι ως σε κάτοπτρο αντικρύζει<BR/>τη θωριά της την αισχρή,<BR/>’σάς αληταριό βαφτίζει<BR/>και φασίστες θεωρεί.<BR/><BR/>82 Και με τον κουκουλοφόρο<BR/>τα ’χουν βάλει οι νουδικοί<BR/>που του κλέβουν μες στον ντόρο<BR/>και τα τρώνε παρεκεί.<BR/><BR/>83 Αλλ΄αυτός με μια σφεντόνα<BR/>τα όσα κτήνη αψηφά<BR/>και μ’ αλύγιστο το γόνα<BR/>ν΄ανθρωπίσουν τους ζητά.<BR/><BR/>84 Και βοηθό έχει παρέκει<BR/>του λαού το αγνό λεφούσι<BR/>που αν κι ακόμα άπραγο στέκει<BR/>μα το τρέμουνε οι πλούσ’οι..<BR/><BR/><BR/><BR/>85 Οι χαφιέδες ενάντιά του <BR/>κοάζουνε των καναλιών,<BR/>αναμέσον με δεινά του, <BR/>φορτωμένων κουταλών.<BR/><BR/>86 Και βοούν κοντυλοφόροι <BR/>με χρυσάφι πληρωτοί<BR/>τάχα οι κουκουλοφόροι<BR/>για τη χώρα ειναι ντροπή.<BR/><BR/>87 Και συφέρο αυτοί που έχουν<BR/>να ΄χει ο λαός ζυγό,<BR/>στα «παράθυρα» όλο τρέχουν<BR/>κι άλλα λεν απ΄ό,τι εγώ.<BR/><BR/>88 Και ιμάτια ξεσκιούνε<BR/>για κουκούλες σαν ακούν,<BR/>ενώ χίλια ευρώ τσιμπούνε<BR/>κάθε λέξη που θα πουν. <BR/><BR/>89 Και αλήτες τους βαφτίζουν<BR/>και τους λεν φασισταριό <BR/>τους νεαρούς όπου λογχίζουν<BR/>της δουλείας το θεριό.<BR/><BR/>90 Και καλά γραββατωμένοι<BR/>και τα μάλα κορδωτοί<BR/>σκνίπα γίνονται-οι καϋμένοι!-<BR/>με ανοησίας πιοτί.<BR/><BR/>91 Μα τους προσπερνάς σύ όλους <BR/>και τα τέτια τ΄αγνοείς-<BR/>συ μακριά είσαι από δόλους <BR/>και διαθέσεις χαμερπείς,<BR/><BR/>92 Τους σκυμμένους ξεντροπιάζεις,<BR/>τους δοτούς ταρακουνάς<BR/>τους φασίστες ξεμπροστιάζεις<BR/>και τους δείχνεις και σε μας.<BR/><BR/>93 Κι αιστανόμαστε ευφροσύνη <BR/>σα σε βλέπουμε μπροστά<BR/>και ας εiν’ στάχτη να γίνει <BR/>όσα ο φαύλος σου χρωστά.<BR/><BR/>94 Για όσους ζουν αναγκεμένοι<BR/>στων μεγάλων την κλεψιά,<BR/>και στης ζήσης είναι ξένοι<BR/>τη γλυκάδα την αψιά,<BR/><BR/>95 για όσους είν΄ πληγές γεμάτοι<BR/>στην καρδιά και στην ψυχή<BR/>και γι αυτούς να τους δει μάτι<BR/>δεν υπάρχει, ούτε ευχή-<BR/><BR/>96 για κεινούς που ούτε να δούνε<BR/>μέρα ελπίζουνε καλή<BR/>και συμπόνιας δεν τρυγούνε<BR/>ψεύτικο έστω ένα φιλί,<BR/><BR/>97 για όσους αίμα τους κι ιδρώτας<BR/>των πλουσίων είναι σοδειά<BR/>και παρά δε ζουν μετρώντας <BR/>μα όλο αναπαραδιά,<BR/><BR/>98 για κεινούς που να δουλέψουν<BR/>θέλουν,κι άνεργοι όλο ζουν,<BR/>και που μόνο σα θα κλέψουν<BR/>την ημέρα τους περνούν,<BR/><BR/>99 είναι οι κουκουλοφόροι<BR/>φίλοι πρώτοι κι αδερφοί<BR/>και σαν του ματιού έχουν κόρη<BR/>την αγνή τους τη μορφή.<BR/><BR/>100 Γι αυτούς οι κουκουλοφόροι<BR/>δίκοπο είναι κοφτερό<BR/>κι είναι σάρισα και δόρυ<BR/>και πιοτό φαρμακερό,<BR/><BR/>101 όπου σφάζει και τρυπάει<BR/>και δλητήριο κερνά<BR/>και ο πλούσιος μαρτυράει<BR/>κι αίμα ό,τι έφαγε ξερνά.<BR/><BR/>102 Κι από κείνους καρτεράνε<BR/>οι φτωχοί το γδικιωμό<BR/>και των τόσων προσδοκάνε <BR/>των βασάνων τους σωσμό.<BR/><BR/><BR/><BR/>103 Ω! Γενναίοι κουκουλοφόροι!<BR/>Η φιλτάτη μας πατρίς<BR/>της Βουλής δεν είναι οι χώροι<BR/>μα όπου είστε είναι εσείς.<BR/><BR/>104 Και μη σκέψη γεννηθεί σας<BR/>πως χαλάτε ξένο βιος:<BR/>όλη η πλάση είναι δική σας <BR/>μιας και βγήκατε στο φως.<BR/><BR/> -----Anonymousnoreply@blogger.com